«Ο Βράχος της Σμαράγδας»
Βίκυς Φαλάρα (από τα Καμένα Βούρλα)
Όπως είναι γνωστό, τα « φαντάσματα» του παρελθόντος , τα ισχυρά τραύματα και οι ανεπούλωτες πληγές , κάτω από ορισμένες συνθήκες, κινητοποιώντας όλον τον ψυχικό κόσμο του ατόμου, ξυπνούν και ,συνήθως, ζητούν εκδίκηση.
Η επιστήμη της Ψυχολογίας μιλάει για τραύματα στην παιδική ηλικία, που είναι βαθιά κρυμμένα και υπνώττουν στο υποσυνείδητο, είναι σαν ένα φαινομενικά ανενεργό ηφαίστειο, αλλά πάντα με το ενδεχόμενο να εκραγεί.
Τότε, λοιπόν, πώς ενεργεί το άτομο και ως πού μπορεί να φτάσει;
Αυτές οι σκέψεις μου γεννήθηκαν αυθόρμητα με την ανάγνωση του νέου μυθιστορήματος της Βίκυς Φαλάρα με τίτλο «Ο βράχος της Σμαράγδας» (έκδ.ΝΗΣΙΔΕΣ, Θεσσαλονίκη 2015, σελ. 193). Η συγγραφέας είναι φιλόλογος, ασχολείται με την ποίηση και την πεζογραφία. Το πρώτο μυθιστόρημά της ,
« Οι Αλκυόνες γεννούν το καλοκαίρι», κυκλοφόρησε το 2008 από τις εκδόσεις Οιωνός. Ζει στα Καμένα Βούρλα.
Ο Αντρέας ,ένας ώριμος άντρας, είναι ο πρωταγωνιστής, το στημόνι γύρω
από το οποίο πλέκεται όλη η ιστορία. Έρχεται να μείνει στον Κάβο Ευβοίας
,στο ερειπωμένο σπίτι του βολιώτη ιδιοκτήτη Σταύρου, που τον είχε
υιοθετήσει. Μέσα από παράλληλες ιστορίες πληροφορούμαστε για πολλά
πρόσωπα που ανήκουν στο ευρύτερο ή στενότερο περιβάλλον του, όπως είναι
ο Σπύρος και η Βασιλική, ο Νικόλας και η Δήμητρα, ο Αργύρης και η
Ευθυμιούλα, ο Ανέστης, ο Γιάννης και η Ελένη, η Άρτεμη και ο Μηνάς, ο
Παναγής με το καφενείο, κ.ά. Καθένας με τη μοίρα του και τις περιπέτειές
του. Εκεί που σταθμεύει ιδιαίτερα η εξιστόρηση είναι η οικογένεια του
Αντρέα, στον σκληρό και βάρβαρο πατέρα του, που μπροστά στα δυο παιδιά
του χτυπά τη μάνα τους θανάσιμα. Ο μικρός Αντρέας δεν αντέδρασε, δεν
προσπάθησε να τον εμποδίσει, και αυτό του δημιουργεί μέσα του βαθύ
τραύμα… «Κυρίως, είχε χρεωθεί το τέλος της μάνας του» (σελ.174).Οι
αναμνήσεις τον κυνηγούν…Με το πέρασμα των χρόνων προσπαθεί να φτιάξει τη
ζωή του, αλλά ,χωρίς να το θέλει, διαπράττει φόνο, ακολουθεί δίκη και
καταδίκη και κάθειρξη 9 χρόνων…
Χώροι όπου εξελίσσονται τα γεγονότα είναι η Εύβοια, τα Καμένα Βούρλα, η
Λαμία και η ευρύτερη περιοχή. Είναι ένα μυθιστόρημα με πολλές εναλλαγές
δράσης ,με σπονδυλωτές αφηγήσεις που όλες μαζί συγκροτούν μια
τοιχογραφία της μικρής κοινωνίας στην επαρχία, με τα ερωτικά δράματα, τα
δυστυχήματα, τις μικροδιενέξεις, τις ζηλοφθονίες, τους θανάτους, τους
γάμους, τα όνειρα και τις ελπίδες. Και μέσα από την εξιστόρηση των
γεγονότων αυτών αναδύεται η μορφή του σύγχρονου Έλληνα με τις αρετές και
τα ψεγάδια του, με τις οικογενειακές τραγωδίες, τις καχυποψίες του, την
επιβολή των μεγαλυτέρων και την απόρριψη των μικροτέρων κ.ά. Και αυτή η
κοινωνιολογική πλευρά έχει, ασφαλώς, ιδιαίτερη αξία.
Κάτι που εντυπωσιάζει είναι η λογοτεχνική γραφή με τις περιγραφές και
τις έξοχες εικόνες ,που δίνονται από την ελληνική φύση, όπως το
ερειπωμένο σπίτι και σκηνές από αγροτικές ασχολίες (ο τρυγετός κ.λπ.) ή
το «Μονοπάτι του Έρωτα» (σελ.164) , πράγμα που μας οδηγεί στην ηθογραφία
περασμένων εποχών. Το κομμάτι που θεωρώ εξαιρετικό είναι « Ο βράχος της
Σμαράγδας», που έδωσε και τον τίτλο στο μυθιστόρημα (σελ.140 κ.ε.).Θα
μπορούσε νομίζω να σταθεί ως αυτοτελές διήγημα. Κάπου, βέβαια, είναι
υπερβολική η περιγραφή, όπως λ,χ. στη σελ. 24 όπου σχεδόν απαριθμούνται
τα παιδικά παιχνίδια, χωρίς να είναι απαραίτητο. Η εμμονή δηλαδή στη
λεπτομέρεια κάποτε ζημιώνει τη λιτότητα της γραφής και του ύφους. Ως
προς τη γλώσσα θα έλεγα ότι με ξάφνιασαν πολλές ρουμελιώτικες (;) λέξεις
,όπως δεματσούλες, κουτσέλω, μπουχαρίδες ,πλήμμο, ρήχο, αγκρίφια,
παράμαλα, στουμπάρια, αριά κ.ά.
Η βαθύτερη ιδέα, που διατρέχει όλη την αφήγηση, είναι οι παιδικές μνήμες
και οι συνέπειές τους ,και αυτό η συγγραφέας (και καλά κάνει) το θυμίζει
στον αναγνώστη με την παρουσία και τις ενδόμυχες σκέψεις του Αντρέα ,του
ήρωα της ιστορίας, που αυτές έχουν στοιχειώσει μέσα του και τον
κυβερνούν. Στη σελ. 190 διαβάζουμε: «Το μίσος για τον πατέρα του τον
κρατούσε όμηρο για χρόνια. Το τοξικό αυτό συναίσθημα το τάιζε, βέβαια ,
η μνήμη .Για να λευτερωθεί από τα φαντάσματα του παρελθόντος και να
προχωρήσει, έπρεπε να τολμήσει ένα ξεσκαρτάρισμα : να κάψει στην πυρά
τις πολύτοκες αναμνήσεις που γεννοβολούσαν θλίψη ,εμμονές, δυστυχία.
Έπρεπε να συγχωρήσει. Θα έκλεινε πια τους λογαριασμούς τους απλήρωτους.
Θα έκαιγε το τεφτέρι με τα χρέη και πάνω στα αποκαΐδια θα έχτιζε την
καινούργια του ζωή!»
«Ο Βράχος της Σμαράγδας» της Βίκυς Φαλάρα είναι μυθιστόρημα με
αναγνωσιμότητα υψηλή, σύγχρονο, κοινωνικό και ψυχολογικό, με πολλές
προεκτάσεις. Και πολλοί αναγνώστες θα «αναγνωρίσουν» κάτω από τις
πολλαπλές αφηγήσεις και τα γεγονότα οικείες περιπτώσεις ως προσωπικά
βιώματα ή εξ ακοής. Γι΄ αυτό και αξιοδιάβαστο!
Κάτω Λεχώνια,10/6/2016
Β.Δ.Αναγνωστόπουλος,
Ομότιμος καθηγητής πανεπιστημίου Θεσσαλίας